- Φειδίππου
- Φείδιπποςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πίναξ — Αρχαίος ελληνικός όρος που αρχικά σήμαινε την ξύλινη πινακίδα στην οποία έγραφαν, και αργότερα το ζωγραφικό πίνακα. (Σήμερα στη νεοελληνική χρησιμοποιείται ο όρος πίνακας). Από αυτή τη δεύτερη έννοια προήλθε και ο όρος πινακοθήκη. Σε π.… … Dictionary of Greek
Αίατος — Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς των Θεσσαλών, που λέγονταν τότε Εφυραίοι και προέρχονταν από τη Θεσπρωτία της Ηπείρου. Με επικεφαλής τον Α. έδιωξαν τους Βοιωτούς από τη Θεσσαλία προς την περιοχή, τη μετέπειτα γνωστή ως Βοιωτία. Ο Α., γιος του… … Dictionary of Greek